Οι Μεταπτυχιακοί φοιτητές και υποψήφιοι διδάκτορες διαμαρτύρονται για τον χαμηλό καθαρό μισθό που καταλήγει στην τσέπη τους, καθώς είναι μικρότερος του βασικού των 580 ευρώ.
Το νομοθετικό πλαίσιο που άλλαξε είναι, σύμφωνα με τον Αναπληρωτή Πρύτανη επί των Οικονομικών θεμάτων και Ανάπτυξης του Πολυτεχνείου Κρήτης κύριο Νικόλαο Νικολαϊδη, το πρόβλημα που κάποιοι ερευνητές του ιδρύματος έχουν μείνει απλήρωτοι.
«Εμείς δεν έχουμε πρόβλημα να διαχειριστούμε τις συμβάσεις των φοιτητών, το πρόβλημα είναι το νομοθετικό πλαίσιο. Το ασφαλιστικό νομοσχέδιο βραχυκύκλωσε τα πράγματα ακόμα περισσότερο. Έτσι δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε συμβάσεις εργασίας» είπε, μεταξύ άλλων, ο κύριος Νικολαϊδης.
Σε δελτίο τύπου του με ημερομηνία 7/3/17, ο Σύλλογος Μεταπτυχιακών και Υπ. Διδακτόρων για τις συμβάσεις στα ερευνητικά έργα αναφέρει:
Το Πολυτεχνείο Κρήτης, εδώ και 30 χρόνια, λειτουργεί ως ένα από τα σημαντικότερα ΑΕΙ της χώρας, με σημαντικό ακαδημαϊκό και ερευνητικό έργο, αναγνωρισμένο στον επιστημονικό κόσμο.
Μεγάλη μερίδα των Μεταπτυχιακών Φοιτητών και Υποψηφίων Διδακτόρων του Π.Κ., συγχρόνως με τις ακαδημαϊκές τους υποχρεώσεις, εργάζονται ως ερευνητές σε διάφορα ευρωπαϊκά και ελληνικά ερευνητικά προγράμματα, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα για τη διαβίωσή τους. Η κύρια σχέση εργασίας των ερευνητών με το Π.Κ. είναι αυτή της σύμβασης έργου με ΔΠΥ (μπλοκάκι), άρα ο φοιτητής/ερευνητής εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας με ότι αυτό συνεπάγεται φορολογικά.
Οι περισσότεροι ερευνητές έχουν αποκλειστικό εργοδότη το Π.Κ. και πιο συγκεκριμένα τον ΕΛΚΕ (Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων και Έρευνας). Για το λόγο αυτό φορολογούνται ως μισθωτοί, χωρίς όμως τις παροχές που έχουν οι μισθωτοί (άδειες, επιδόματα κλπ). Ο νέος ασφαλιστικός νόμος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ήρθε για να ολοκληρώσει την διάλυση της ασφάλισης, που ξεκίνησαν οι προηγούμενοι νόμοι και κυβερνήσεις. Ο νόμος αυτός ορίζει ότι ο εργοδότης «υποχρεούται» να πληρώνει ποσοστό επί του μισθού για τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων του με μπλοκάκι που εργάζονται σε έως 2 εργοδότες (υπαγωγή στην διάταξη της παρ.9 του άρθρου 39 του ν.4387/16).
Το πρόβλημα όμως είναι ότι οι ΕΛΚΕ διαχειρίζονται συγκεκριμένα ποσά από ευρωπαϊκά ή ελληνικά ερευνητικά προγράμματα και δεν είναι εργοδότες με την κανονική έννοια. Επομένως, όσοι εργαζόμενοι εντάσσονται στο άρθρο 39 του νόμου, το Πολυτεχνείο τους αναγκάζει να υπογράψουν τροποποίηση της υπάρχουσας σύμβασής τους, με την οποία αποδέχονται ολόκληρο το ποσοστό των ασφαλιστικών εισφορών να το επωμιστούν οι ίδιοι. Σε κάθε περίπτωση, το πνεύμα του νόμου για μεταφορά μέρους των ασφαλιστικών εισφορών στον εργοδότη, δεν εφαρμόζετε. Το αποτέλεσμα είναι ένας φοιτητής/εργαζόμενος που αμείβεται με 1000 ευρώ το μήνα, να πρέπει να πληρώσει 24% ΦΠΑ, 20% παρακράτηση φόρου και 38% ασφαλιστικές εισφορές, καταλήγοντας με κάτι περισσότερο από 400 ευρώ. Αν, επομένως, το ίδιο το κράτος μεταφέρει το βάρος των εισφορών 100% στην τσέπη του εργαζόμενου, τότε τι θα κάνουν οι ιδιώτες; Ένα ακόμη σοβαρό πρόβλημα που έχει παρουσιαστεί είναι ότι επειδή το σύστημα του ΕΦΚΑ υπολειτουργεί, ο ΕΛΚΕ και η Ενιαία Αρχή Πληρωμών δεν μπορούν να προβούν σε πληρωμές για τους ερευνητές που εντάσσονται στο άρθρο 39 του νόμου με κίνδυνο να μείνουν απλήρωτοι μέχρι το καλοκαίρι.
Η λύση που προτάθηκε από το Π.Κ., η οποία διακινείται μέσω ανεπίσημων email, είναι να πληρωθούν όσοι επιθυμούν ως ελεύθεροι επαγγελματίες (παρόλο που έχουν έναν εργοδότη) προσκομίζοντας υπεύθυνη δήλωση με την οποία δε θα απαιτήσουν από τον εργοδότη τους στο μέλλον ασφαλιστικές εισφορές για το ποσό που πληρώθηκαν.
Στην ήδη δυσμενή κατάσταση προστίθεται και ο θεσμός των συμβάσεων εργασίας «407» για επικουρικό έργο. Οι απολαβές των συμβασιούχων φοιτητών δεν ξεπερνάνε τα 1000 – 1500 ευρώ καθαρά για όλο το εξάμηνο, ενώ όσοι έχουν παράλληλα και σύμβαση έργου με τον ΕΛΚΕ «τιμωρούνται» φορολογικά με 22% από το πρώτο ευρώ και επομένως οι απολαβές τις περισσότερες φορές έχουν αρνητικό πρόσημο.
Συνθήκες σαν κι αυτές είναι που οδηγούν τους νέους επιστήμονες σε μετανάστευση, προκειμένου να μπορέσουν να διεκδικήσουν μια αξιοπρεπή ζωή.
Ως Σύλλογος Μεταπτυχιακών και Υποψηφίων Διδακτόρων θέλουμε και διεκδικούμε αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης.
Το Πολυτεχνείο Κρήτης οφείλει να βρει τρόπους αποφυγής της απαξίωσης τόσο των εργαζόμενων-ερευνητών του όσο και των συμβάσεων που προκηρύσσονται.
Δεν ζητάμε κάτι παράλογο και μη πραγματικό, θέλουμε αξιοπρεπείς και πλήρεις συμβάσεις που θα συνυπολογίζουν όλους τους φόρους και τις εισφορές, έτσι ώστε να αμειβόμαστε σύμφωνα με τα προσόντα μας (μεταπτυχιακό, διδακτορικό, κλπ.) και τις ώρες που δουλεύουμε πραγματικά.